Μήνιν άειδε θεά...
(οι πρώτες λέξεις της Ιλιάδας του Ομήρου)
(οι πρώτες λέξεις της Ιλιάδας του Ομήρου)
“Δεν ημπορώ, δεν δύναμαι τους Βούρκους να βαστάξω,
θα πάρω το ντουφέκι μου, θα πάω να γίνω κλέφτης”
Ένα ολόκληρο έπος στηριγμένο στη “μήνι”, στο θυμό, στην οργή.
Ποιός είμαι εγώ που θα κάνω τραγούδι και τρόπο ζωής το θυμό μου;
Ούτε καν ημίθεος, ούτε καν ημιάνθρωπος.
Ούτε τόσο θυμωμένος, ούτε τόσο φτωχός (ακόμα) ούτε τόσο πλούσιος (ακόμα) για να γίνω κλέφτης. Στρέφω ψηλά το βλέμμα και παρακαλάω τ’άστρα.
Με Mall ώνουν τα άστρα και οι αστερισμοί της μωράς Παρθένου και του επιθετικού Καρκίνου που ούτε με την ακτινοβολία μιας αιγαιοπελαγίτικης λιακάδας δε λέει να υποχωρήσει.
Και ορμάω στο Mall αδέρφια, μαζί με α-διάκοπους συνέλληνες.
Εκεί που συνωστίζονται στις εκπτώσεις του Αυγούστου, στις εκπτώσεις της Ελλάδας, στις εκπτώσεις των θυμών μας διάφοροι ημίπλουτοι, νεόφτωχοι, νιόπαντροι, νεογονείς βερμουδοφόροι με αθλητικά και σαγιονάρες και κροκ, με παιδάκια λιμασμένα από το μπούκωμα αγαθών και γκρίνιας και την κακογουστιά απλωμένη από πάνω ως κάτω σαν σημαία. Δίχως ρομφαία αφοβιάς αλλά με υπολείμματα απληστίας και φόβου στο αγριεμένο μάτι που φοράει προπέρσινα σινιέ γυαλιά ηλίου στο σκοτάδι.
Κι εγώ μαζί τους. Ένας απλός άνθρωπος που βγήκε για ψώνια και ευκαιρίες.
Ούτε καν ημίθεος• δίχως θυμό που να χτίζει έπη ―ακόμα και πτερόεντα― να εξοντώνει εχθρούς και να ξεθεμελιώνει άπαρτα κάστρα.
Άστρα μη με Mall ώνετε.
Που άφησα την αξιοποίηση των Ολυμπιακών Ακινήτων στην ακίνητη σκέψη μου, στην ακίνητη δράση μου και στην κινούμενη σιωπή μου.
Που σώπαινα όταν ο μπατζανάκης του κουμπάρου του ξαδέρφου του κολλητού μου κολύμπαγε στο βούρκο και καμάρωνε με το κάμπριο της προκάμβριας περιόδου, του πρώιμου πλειστόκαινου της Ελλάδας. Πριν σκάσει μύτη η Τρόικα με τα ασημένια καμπανάκια να ηχούν στη στέπα της μυριοδανεισμένης ερημιάς μας και στις υπερχρεωμένες γιορτές μας.
Ώ, πανύψηλη και χαριτωμένη στέγη! Καλατράβα με κι ας κλαίω, κι αν κλαίω τί σου κάνω...
Τί σου κάνω μάνα μου...
Άστρα μη μας Mall ώνετε και νοιαστείτε μας κι εμάς τους χιλιοχρεωμένους έλληνες.
Ελπίδα ζητάμε κι εμείς σαν τους Χιλιάνους...
Και μέσα από το πηγάδι μας -καταχρεωμένοι εργάτες του εθνικού ορυχείου- τραγουδάμε τον εθνικό μας ύμνο, περιμένοντας να βγούμε ξανά στο φως.
Σκάβοντας με νύχια, δόντια και βρισιές...
Κωστής Μακρής
25 Αυγούστους 2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου